Καί κει που έκλεισα το φώς και είπα να ηρεμήσω
και μέσα στο γραφείο μου, τη νύστα μου να σβήσω
και αφού διανυκτερεύα κάτι έπρεπε να κάνω
κάπου έπρεπε να βολευτώ ,στα φέρετρα απάνω
Στήν αποθήκη έτρεξα τα μάτια μου να κλείσω
και μέσα σε ένα εβένινο είπα να καταλύσω,
Άξαφνα μου μπουκάρουνε και μου ‘πανε »ληστεία»
»το πορτοφόλι δώσε μας η σού ‘γινε η κηδεία»
Και έβγαλα και τους τά δωσα, κυρά μου τι να κάνω;
με νεκροφόρα φύγανε,είχε τα κλειδιά απάνω
Μου πήρανε και τον νεκρό που έιχα ετοιμάσει
και μου τον εξαφάνισαν,που αυτός θα ξαποστάσει;
Κυρά μου το παράκαναν, ληστεύουνε παντού
και στα γραφεία τελετών, εσχάτως κάνουν ντού
Νόμισα πως στο φέρετρο θα ήμουν ασφαλής
μα ό άμοιρος που να ξερα πως θα με ξετρυπώνανε
να γίνει της τρελλής!!